Η Ρύθμιση των Δικαιωμάτων των Τηλεργαζομένων και οι Υποχρεώσεις των Εργοδοτών
Οι εργασιακοί όροι που διέπουν την παροχή εξ αποστάσεως εργασίας, έτσι ώστε να εξυπηρετηθεί η ομαλή λειτουργία της αγοράς εργασίας, ρυθμίζονται από τον Νόμο 120(Ι)/2023 περί Ρύθμισης του Πλαισίου Οργάνωσης της Τηλεργασίας (εφεξής «ο Νόμος»).
Στο άρθρο 3 του Νόμου, η εξ αποστάσεως εργασία είναι προαιρετική. Θα πρέπει να συμφωνηθεί εγγράφως μεταξύ του εργοδότη και του εργοδοτουμένου κατά την πρόσληψη, ή με τροποποίηση της σύμβασης εργασίας, ή δυνάμει των όρων συλλογικής σύμβασης. Καθίσταται σαφές ότι ο εργοδοτούμενος δεν πρέπει να υφίσταται διακρίσεις σε περίπτωση που δε συναινεί σε εργασία με τη μορφή της τηλεργασίας.
Υπάρχουν δύο εξαιρέσεις στον πιο πάνω γενικό κανόνα του άρθρου 3, όπου η εξ αποστάσεως εργασία καθίσταται υποχρεωτική: η πρώτη περίπτωση αφορά σε λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, μετά από απόφαση του εργοδότη και εφόσον προηγηθεί η έκδοση σχετικού Διατάγματος από τον Υπουργό Υγείας δυνάμει του περί Λοιμοκάθαρσης Νόμου, για το χρονικό διάστημα που καθορίζεται στο Διάταγμα∙ η δεύτερη περίπτωση προκύπτει μετά από αίτημα του εργοδοτουμένου σε περίπτωση τεκμηριωμένου κινδύνου στην υγεία του στις εγκαταστάσεις του εργοδότη, όταν ο εν λόγω κίνδυνος μπορεί να αποφευχθεί αν ο εργοδοτούμενος απασχολείται μέσω τηλεργασίας (για όσο χρόνο διαρκεί ο εν λόγω κίνδυνος). Ο εργοδότης μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση σε εγκεκριμένο γιατρό σε περίπτωση που αμφισβητεί τους εν λόγω κινδύνους.
Ο εργοδότης αναλαμβάνει, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Νόμου, το κόστος με το οποίο επιβαρύνεται ο εργοδοτούμενος από την τηλεργασία. Αυτό περιλαμβάνει το κόστος του εξοπλισμού των τηλεπικοινωνιών, το κόστος της χρήσης του οικιακού χώρου εργασίας, της συντήρησης του εξοπλισμού και της αποκατάστασης των βλαβών. Πρέπει να παρέχεται στον εργοδοτούμενο η αναγκαία τεχνική υποστήριξη για την παροχή της εργασίας του και, σε περίπτωση βλάβης των συσκευών οι οποίες χρησιμοποιούνται η οποία δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργοδοτουμένου, να καταβάλλονται οι δαπάνες επισκευής τους ή να τις αντικαθιστά. Η εν λόγω υποχρέωση αφορά και στις συσκευές που ανήκουν στον εργοδοτούμενο, εκτός αν στη σύμβαση ή στη σχέση εργασίας ορίζεται διαφορετικά, ή αν η βλάβη οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργοδοτουμένου.
Οι δαπάνες που καταβάλλει ο εργοδότης εν προκειμένω δεν θεωρούνται μισθός ή παροχές προς τον εργοδοτούμενο και δεν φορολογούνται, ούτε υπόκεινται σε κοινωνική ασφάλιση∙ υπολογίζονται, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, τη διάρκεια και τη συχνότητα της εξ αποστάσεως εργασίας, το κατά πόσον ο εργοδότης παρέχει εξοπλισμό και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο. Ο/η Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζει το ελάχιστο ποσό που πρέπει να καταβάλλει ο εργοδότης στους εργοδοτούμενούς του σε περιπτώσεις εξ αποστάσεως εργασίας.
Ο εργοδότης, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Νόμου, σε περίπτωση συμφωνίας με τον εργοδοτούμενο να εργάζεται εξ αποστάσεως, έχει την πρόσθετη υποχρέωση να παρέχει στον εργοδοτούμενο, εκτός από τις γενικές πληροφορίες που προβλέπονται με βάση τον Περί Διαφανών και Προβλέψιμων Όρων Εργασίας Νόμο (Ν. 25(Ι)/2023), και τα ακόλουθα στοιχεία: i) το δικαίωμα αποσύνδεσης του εργοδοτουμένου, ii) την ανάλυση του κόστους με το οποίο επιβαρύνεται περιοδικώς ο εργοδοτούμενος από την τηλεργασία, περιλαμβανομένων του κόστους τηλεπικοινωνιών, του εξοπλισμού και της συντήρησής του, και τους τρόπους κάλυψης του εν λόγω κόστους από τον εργοδότη, iii) τον αναγκαίο για την παροχή τηλεργασίας εξοπλισμό, τον οποίο διαθέτει ο εργοδοτούμενος με τηλεργασία προς όφελος του εργοδότη ή παρέχει ο εργοδότης στον εργοδοτούμενο, καθώς και τις διαδικασίες τεχνικής υποστήριξης, συντήρησης και αποκατάστασης των βλαβών του εξοπλισμού αυτού, iv) οποιονδήποτε περιορισμό στη χρήση του εξοπλισμού ή των εργαλείων πληροφορικής, περιλαμβανομένου του διαδικτύου και τις τυχόν κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης τέτοιου περιορισμού, v) τη συμφωνία περί τηλετοιμότητας, τα χρονικά όρια αυτής και τις προθεσμίες ανταπόκρισης του εργοδοτουμένου με τηλεργασία, τηρουμένων των διατάξεων του περί της Οργάνωσης του Χρόνου Εργασίας Νόμου (Ν. 63(Ι)/2002), vi) τους κινδύνους και τα μέτρα προστασίας και πρόληψης κατά της τηλεργασίας, με βάση την προβλεπόμενη στο άρθρο 9 γραπτή εκτίμηση των κινδύνων, vii) την υποχρέωση για προστασία και ασφάλεια των επαγγελματικών δεδομένων και των προσωπικών δεδομένων του εργοδοτουμένου με τηλεργασία, καθώς και τις ενέργειες και διαδικασίες που ακολουθούνται για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής και viii) τον προϊστάμενο από τον οποίο ο εργοδοτούμενος με τηλεργασία θα λαμβάνει οδηγίες. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να δίνονται στον εργαζόμενο εντός οκτώ (8) ημερών από την έναρξη της εξ αποστάσεως εργασίας.
Μια σύμβαση απασχόλησης για εργασία εξ αποστάσεως δεν δύναται να μεταβάλλει το καθεστώς απασχόλησης του εργοδοτουμένου. Επιπλέον, νοείται ότι η τηλεργασία δύναται να παρέχεται με πλήρη, μερική, ή άλλης μορφής απασχόληση, αποκλειστικά από χώρο εργασίας εκτός των εγκαταστάσεων του εργοδότη ή σε συνδυασμό με απασχόληση στις εγκαταστάσεις του εργοδότη (άρθρο 6 του Νόμου).
Οι εργοδοτούμενοι με τηλεργασία έχουν τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις με τους συγκρίσιμους εργοδοτουμένους εντός των εγκαταστάσεων του εργοδότη, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων σε σχέση με τον όγκο εργασίας τους, τα κριτήρια και τις διαδικασίες αξιολόγησής τους, τις επιβραβεύσεις τους, την πρόσβασή τους σε πληροφορίες που αφορούν στον εργοδότη, την κατάρτιση και την επαγγελματική τους ανέλιξη, τη συνδικαλιστική τους δράση και την απρόσκοπτη και εμπιστευτική επικοινωνία τους με τους συνδικαλιστικούς τους εκπροσώπους (άρθρο 7 του Νόμου).
Ο εργοδότης υποχρεούται να διασφαλίζει τα προσωπικά και επαγγελματικά δεδομένα των εργοδοτουμένων. Απαγορεύεται η παρακολούθηση της απόδοσης των εργοδοτουμένων μέσω της χρήσης κάμερας ή άλλης ανάλογης εφαρμογής παρεμβατικού χαρακτήρα για τον έλεγχο της απόδοσης του εργοδοτουμένου (άρθρο 8 του Νόμου). Ο εργοδότης θα πρέπει περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Νόμου, να διασφαλίζει το δικαίωμα του εργοδοτουμένου να αποσυνδέεται από τα ηλεκτρονικά μέσα μέσω των οποίων παρέχεται η εξ αποστάσεως εργασία, και ο εργοδοτούμενος δεν θα πρέπει να υφίσταται διακρίσεις για την άσκηση του δικαιώματος αποσύνδεσης. Επιπλέον, ο εργοδότης θα πρέπει να παρέχει στον εργοδοτούμενο τα απαραίτητα τεχνικά και οργανωτικά μέσα που απαιτούνται για να εξασφαλιστεί η αποσύνδεση του εργοδοτουμένου με τηλεργασία από τα ψηφιακά εργαλεία επικοινωνίας και εργασίας.
Το αρμόδιο δικαστήριο για την επίλυση οποιασδήποτε διαφοράς αστικής φύσεως είναι το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών (άρθρο 18 του Νόμου). Ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων διορίζει επιθεωρητές οι οποίοι έχουν την ευθύνη να παρακολουθούν την εφαρμογή του Νόμου και να εξετάζουν καταγγελίες, καθώς και να παρέχουν πληροφορίες και συμβουλές τόσο στους εργοδότες όσο και στους εργοδοτουμένους. Έχουν την εξουσία να εισέρχονται σε οποιεσδήποτε εγκαταστάσεις και να προβαίνουν σε οποιεσδήποτε επιθεωρήσεις, ανακρίσεις, εξετάσεις ή ελέγχους κρίνουν αναγκαίους/αναγκαίες και να ζητούν από οποιοδήποτε πρόσωπο να παρέχει πληροφορίες και να τους διευκολύνει κατά την άσκηση των καθηκόντων τους (άρθρα 11-16 του Νόμου).
Οποιαδήποτε πράξη που παρεμποδίζει την άσκηση των καθηκόντων των επιθεωρητών συνιστά ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες και/ή με πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ (άρθρο 17 του Νόμου). Οποιοσδήποτε παραβιάζει οποιαδήποτε διάταξη του Νόμου υπόκειται επίσης σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ, σύμφωνα με το άρθρο 21 του Νόμου. Ωστόσο η πρόβλεψη μόνο προστίμου ως ποινή, υπονομεύει σημαντικά τη σημασία της τήρησης της νομοθεσίας.
Από Αχιλλεύς Κ.Αιμιλιανίδης και Χριστίνα Ιωάννου